Ο Κιαμήλ-μπεης ήταν ο πλουσιότερος Τούρκος του Μοριά και ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ανατολής στις αρχές του 18ου αιώνα. Καταγότανε από μεγάλη και πλούσια οικογένεια. Γιος του Χαλήλμπεη, ο Κιαμήλ είχε πολλά σεράγια στην κατοχή του, απέραντα τσιφλίκια και αμύθητους θησαυρούς κρυμμένους στο κάστρο. Τη διοίκηση του κάστρου είχε η μητέρα του Κιαμήλ, Νουρή Μπεγίνα.
Στις 23 Απριλίου 1821 ο Γιώργος Χελιώτης, έλυσε την πολιορκία, αφού έβαλε φωτιά στο σεράι του Κιαμήλ-μπεη καθώς και σε άλλα τούρκικα αρχοντικά, που βρίσκονταν εκτός κάστρου. Ο Κεχαγιά-μπεης έκαψε εκκλησίες και ελληνικά σπίτια. Η Νουρή Μπεγίνα διέταξε να γκρεμίσουν από τον Ακροκόρινθο τον Αντρίκο Νοταρά, για αντίποινα.
Σε ένα μήνα, το Μάιο του 1821, ξεκίνησε η δεύτερη πολιορκία του Ακροκόρινθου. Επικεφαλείς των πολιορκητών ήταν ο Αναγνώστης Πετμεζάς από τα Καλάβρυτα και ο Κωστής Μεθενίτης από την Ύδρα.
Ο Κιαμήλ-μπεης όλο εκείνο το διάστημα έμενε στην Τρίπολη για μεγαλύτερη ασφάλεια. Μετά την πτώση της Τρίπολης, πιάστηκε αιχμάλωτος στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 και μεταφέρθηκε στο ελληνικό στρατόπεδο στα Εξαμίλια, γιατί η πολιορκία του Ακροκόρινθου συνεχιζόταν. Ο Κιαμήλ, αν και δεχόταν πιέσεις από τους Έλληνες οπλαρχηγούς, αρνιόταν να παραδώσει τον Ακροκόρινθο.
Τότε ο Κολοκοτρώνης έπεισε τους 600, από τους 800 Τούρκους που υπήρχαν μέσα στο κάστρο, να το εγκαταλείψουν με την εγγύηση ότι θα μπορούσαν να φύγουν στην πατρίδα τους με τον οπλισμό τους, αφού πρώτα θα περνούσαν με Ελληνικά καράβια απέναντι στην ακτή της Ρούμελης.
Ο Κιαμήλ αναγκάστηκε τότε να υπογράψει την παράδοση του κάστρου στις 14 Ιανουαρίου 1822. Ο Ασλάν-μπέης παρέδωσε τα κλειδιά του Ακροκόρινθου στον Κολοκοτρώνη, που έφτασε εκεί με 300 άντρες. Μετά ο Κιαμήλ μεταφέρθηκε σε φυλακή που υπήρχε στον Ακροκόρινθο.
Η Κόρινθος παρέμεινε Έδρα της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδας μέχρι το Μάιο του 1822, που εμφανίστηκε ο Δράμαλης με τη στρατιά του.
Δυστυχώς η φύλαξη του κάστρου, ανατέθηκε στον άπειρο και ανάξιο Ιάκωβο Θεοδωρίδη ή «Αχιλλέα». Ο Θεοδωρίδης, όταν είδε τα τούρκικα στρατεύματα στις 6 Ιουλίου 1822 πανικοβλήθηκε και έδωσε εντολή να σκοτώσουν τον Κιαμήλ (που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όμηρος), τράβηξε το φυτίλι που θα ανατίναζε την μπαρουταποθήκη και έφυγε με 150 άνδρες για την Επίδαυρο από την Τενεατική πύλη. Έτσι ο Ακροκόρινθος, η μπαρουταποθήκη και ο θησαυρός του Κιαμήλ, έμειναν δώρο στους Τούρκους. Στις 8 Ιουλίου 1822, ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης, ανέβηκε χωρίς αντίσταση στο κάστρο. Ο Δράμαλης, παντρεύτηκε τη χήρα του Κιαμήλ και πήρε προίκα τον αμύθητο θησαυρό του, 40.000 πουγκιά με χρυσά και ασημένια νομίσματα. Στις 12 Ιουλίου 1822 ο Δράμαλης έφυγε για την Τρίπολη.