Αν άκουγε ο Θεός τα κοράκια, θα ψοφούσαν τα γαϊδούρια όλα.
Αν είχε ο γάιδαρος φωνή για ψάλτη δεν τον φωνάζουν.
Αν έσφαλε ο γάιδαρος, τι φταίει το σαμάρι;
Αν κελαηδάει ο γάιδαρος, γκαρίζουν τ' αηδόνια.
Αν νόγαγαν τα γαϊδούρια, θα σκότωναν τ' αφεντικά τους.
Αν πέσει ανάσκελα ο γάιδαρος, θεό δεν αντικρίζει.
Άνθρωπος κοιμώμενος γάιδαρος δεμένος.
Άντρα γουρούνι γάιδαρο, το πιο να πρωτοκλάψω.
Από γάιδαρο, γαϊδουριά να περιμένεις.
Απολύθηκε ο γάιδαρος; Αλιά από τα λάχανα.
Βόδι λαμνάτο αγόραζε και γάιδαρο καμπούρη,
Βρήκε ψόφιο γάιδαρο και του 'βγαλε τα πέταλα.
Βόσκει ο γάιδαρος εκεί που τόνε δέσουν.
Γάιδαρος δεμένος, νοικοκύρης αναπαμένος.
Γάιδαρος αμολητός, κύρης και νοικοκύρης.
Γάιδαρος αμολητός, μαγκουφιά στα λάχανα.
Γάιδαρος είν' ο γάιδαρος, κι αν φορεί και σέλλα, κι' η γριά κι αν στολίζεται, δεν γίνεται κοπέλα.
Γάιδαρος νεροκουβαλεί, τ' αφεντικό τρώει και πίνει.
Γάιδαρος πάντα γάιδαρος κι ας του φοράνε και σέλλα.
Γάιδαρος την αυγή, γάιδαρος το γιόμα γάιδαρος και την νυχτιά, με γαϊδουριά στο στόμα.
Γκάριξε ο γάιδαρος κι είπε άχερος.
Δεμένος γάιδαρος, αναπαμένος νοικοκύρης.
Δουλεύουν τα γαϊδούρια να τρώνε τ' άλογα.
Είπανε τα γαϊδουρόπουλα την μάνα τους γαϊδούρα.
Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
Έκαμα τον γάιδαρο και τσίτωσε τ' αυτιά του κι επήρε το σαμάρι του και πήγε στην κυρά του.
Κάλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
Κάλιο κουτσό γάιδαρο, παρά τσινιάρικο μουλάρι.
Καταλάβει δεν καταλάβει ο γάιδαρος, τ' αυτιά του δεν κουνάει.
Κι' αν στόλισες το γάιδαρο, γι' άλογο δεν περνιέται.
Κοιμάται όρθιος σαν το γαϊδούρι.
Με γάιδαρο μην κοιμηθείς, γιατί θα σε γκαβαλίσει, κι ούτε βλάχο μη γελαστείς γιατί θα σε μαρκαλήσει.
Μεγαλώνει ο γάιδαρος μικραίνει ο σάμαρος.
Μην κοιτάς τον γάιδαρο, κοίτα τον αφέντη του.
Μη δένεις γάιδαρο στη θέση του αλόγου.
Να ήμουν τον Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι κι όλο τον χρόνο κόκορας και γάτος τον Γενάρη.
Να πουλήσουμε το γάιδαρο, σαμάρι να του φτιάξουμε.
Να σηκωθεί ο άνθρωπος, να κάτσει ο γάιδαρος
Να σωπάσει ο άνθρωπος, να μιλήσει το γαϊδούρι.
Ο γάιδαρος κι αν κουτσαθεί, τον λύκο καρτερεί.
Ο γάιδαρος τον μήνα Μάρτη γκαρίζει.
Ο καλός ο πεθερός γάιδαρος καμαρωτός κι η κακή πεθερά κολοβή οχιά.
Ο καλός ο σαμαράς σκέπτεται και τον γάιδαρο.
Ο πεινασμένος γάιδαρος, ξυλιές δε λογαριάζει.
Όποιος πάει πίσω από τον γάιδαρο ακούει τις πορδές του.
Όποιος χαϊδεύει γάιδαρο γκαβαλίνες θα μαζέψει.
Όποιος πουλήσει τον γάιδαρό του, ζαλώνεται.
Όπου αγοράσει γάιδαρο και πουλήσει γάιδαρο, είναι χειρότερος γάιδαρος,
Όσα γαϊδουρόπουλα κι αν γεννήσει η γαϊδούρα, πάλι γαϊδούρα την φωνάζουν.
Όσα γαϊδουρόπουλα κι αν γεννήσει η γαϊδούρα, το σαμάρι δεν το πετάει.
Όσο καλός κι αν είναι ο γάιδαρος, πάλε γάιδαρο τον κράζουν.
Όσο κι αν δουλέψει ο γάιδαρος, αγκάθια τον ταγίζουν.
Όσο λείπει ο αφέντης κανένα δεν νοιάζει, μα όσο λείπει ο γάιδαρος, ούλοι βαρυγκωμάνε.
Όταν ψοφήσουν τ' άλογα έχουν τιμή τα γαϊδούρια
Όταν ψοφήσουν τα' άλογα. έχουν τιμή τα γαϊδούρια.
Ο δούλος κι ο γάιδαρος, πρώτοι στην αγγαρεία και τελευταίοι στο ταΐνι.
Πάει σαν τον γάιδαρο στ' αλώνι, μα ούτε βιάζεται, μα ούτε και θυμώνει.
Πολλά γαϊδούρια μοιάζουν στο παζάρι.
Πούλα τ' άλογό σου και κράτα τον γάϊδαρό σου.
Σαράντα γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
Συνεταιρικό γαϊδούρι ή του λύκου ή του ψόφου.
Τα αγκάθια π' αγκυλώνουν, τον γάιδαρο τυλώνουν.
Το άλογο θέλει ντορβά, ο γάιδαρος αγκάθι το βόδι θέλει χλωρή βοσκή, κι η φτωχολογιά τρανό ταμάχι.
Το βόδι από τα κέρατα και τον γάιδαρο από τα πόδια να φοβάσαι .
Το γαϊδούρι το δεμένο, τρώει χορτάρι διαλεγμένο.
Το πεινασμένο γαϊδούρι, τρώει όσο σανό του τύχει.
Το χαμηλό γάιδαρο, όλοι τον καβαλάνε.
Τον άρχοντα και γάιδαρο να τον δεις, μην τον καβαλήσεις.
Τον δεμένο γάιδαρο ταγίζεις και όχι τον απολυτό.
Τον αγά σου γάιδαρο και να το 'δεις ποτέ μην τον καβαλήσεις.
Του γαϊδάρου η προκοπή, άχερα μες το παχνί.
Του γαϊδουριού αν δεν του πεις ντέέέ... Δεν κινάει ποτέ!
Τρανή γαϊδούρα, μεγάλη καμπούρα.
Φάγαμε όλο το γαϊδούρι και μας έμεινε η ουρά.
Χάρη του γαϊδάρου κάνεις; Κρίμα τ' άχερα που χάνεις.
Χτυπάει το σαμάρι ν' ακούσει το γαϊδούρι.
Ψόφησε το γομάρι και μου 'μεινε το σαμάρι.
Ψόφησε ο γάιδαρος μας, πάει η σεριά μας.
|